19. Τα γλυπτά της ενέργειας

Κώστας Σπυρόπουλος: Επιστήμων και Πολυμήχανος Καλλιτέχνης

Για τον Κώστα Σπυρόπουλο,

Καθηγητή Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών και ιδιαίτερα δυναμικό καλλιτέχνη, τέχνη είναι η ίδια η ζωή. Γι’ αυτό ακριβώς και ο ίδιος ψάχνει με ανεξάντλητο μεράκι να βρίσκει καινούριες λύσεις, να δοκιμάζει διαφορετικά υλικά και να ανανεώνει την εικαστική του γραφή και την παλέτα του. Ο καλλιτέχνης γεννήθηκε το 1952 στην Πάτρα και άρχισε να ζωγραφίζει από παιδί, προτού εξασκηθεί ιδιαίτερα στα εικαστικά στο Heron art Institute του Πανεπιστημίου της Ινδιανάπολης, στις ΗΠΑ. Από το 2000 μέχρι το 2008 διετέλεσε Αναπληρωτής Καθηγητής της Σχολής Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με διδακτικό αντικείμενο την Εικαστική Ανατομία. Έχει παρουσιάσει τη δουλειά του σε είκοσι ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα, την Ιταλία και τις ΗΠΑ, ενώ έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές, με σημαντικούς καλλιτέχνες. Ανήσυχο και συνάμα ερευνητικό πνεύμα, έχει επεξεργαστεί μεγάλη ποικιλία θεμάτων, σε χαρακτηριστικές ενότητες όπως οι «Αθλητές στην πόλη», με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, στην αίθουσα «Ζυγός», τα «Ιπτάμενα ποδήλατα» στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα Μερκούρη» το 2005 κ.ά. Ενδεικτική της αναγνώρισης του ταλέντου και της επικοινωνιακής αύρας της εικαστικής του γραφής είναι η τιμητική πρόταση που του έγινε το 2007 από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία, ώστε να τυπωθούν έργα του σε σαράντα οχτώ συνολικά γραμματόσημα. Με την ευκαιρία αυτή εκδόθηκε, μάλιστα, το ειδικό λεύκωμα με τον τίτλο Οι Περιπέτειες της Ομορφιάς. Το 2010, δε, η συμμετοχή του στην 1η Μπιενάλε του Αζόλο της Ιταλίας απέσπασε τιμητική διάκριση. Γενικά, ο Σπυρόπουλος, ο οποίος ασχολείται ερευνητικά και με την τέχνη, επικεντρώνοντας τις δυνάμεις του στην αρτιότερη δυνατή ανάδειξη και επισήμανση του εκάστοτε θέματος, ώστε – λαμβανομένης υπόψη της επικοινωνιακής του αύρας – να εξευρεθεί η αρτιότερη δυνατή προβολή και αξιοποίησή του, κατορθώνει πάντοτε να περνά ένα συγκεκριμένο μήνυμα στο θεατή, ούτως ώστε να ενισχύει, συγχρόνως, σε δυναμική την προσωπική του φαντασία και να οξύνει τις αισθήσεις. Πράγματι, βλέποντας κανείς τα έργα του, ανεξάρτητα από το εκάστοτε θέμά τους, αποκτά μια ανθεκτική στο χρόνο εντύπωση – εμπειρία. Γνώστης των κανόνων της ψυχολογίας αλλά και της δυναμικής του υποσυνείδητου, ο Σπυρόπουλος αξιοποιεί στο έπακρον τα μυστικά της προοπτικής και τις συναφείς με αυτή λύσεις – λύσεις οι οποίες δίνουν το προβάδισμα στην αξιοποίηση του πίνακα σαν ένα πρωτότυπο σκηνικό που διαμηνύει την πεμπτουσία του ερεθίσματος του καλλιτέχνη. Τόσο στα τοπία του από τα ελληνικά νησιά όσο και στις ευρηματικές κατασκευές του, στις εκφρασμένες με προσωπικό ύφος και με δυναμικά χρώματα «pop» συνθέσεις του, και στα εμπνευσμένα, τέλος από τον αθλητισμό έργα του, ο Σπυρόπουλος κατορθώνει όχι μόνο να μας προκαλεί την προσοχή, αλλά και να διεγείρει δυναμικά τη φαντασία μας. Ακόμη, στην ενορχήστρωση των ετερόκλητων εικόνων και σχημάτων που επιδιώκει πολλές φορές, στο πλαίσιο ενός προσωποπαγούς σουρεαλισμού, ο κατεξοχήν εδώ ρυθμιστικός παράγων, το χρώμα – φώς και αντίστροφα, αποτελεί ουσιαστικό συνδετικό ιστό, που εξισορροπεί τη σύνθεση, προσφέροντάς της το απαραίτητο έρμα. Ευφάνταστος και στις κατασκευές του ο Σπυρόπουλος αποδεικνύει σε κάθε περίπτωση το πόσο επιδέξιος είναι, αφού μπορεί και ανανεώνει – δίχως ποτέ να επαναλαμβάνεται – την προσέγγιση σε ένα και το αυτό θέμα. Αισιόδοξα τα έργα του, μεσ’ από την επιλογή και τη χρήση των χρωμάτων αποκαλύπτουν μια νεανικότητα από μέρους του καλλιτέχνη και συνάμα μια φρεσκάδα, που οπωσδήποτε εντυπωσιάζουν. Στα τοπία των νησιών που απαθανάτισε – για παράδειγμα, τη Σίφνο ή την Μήλο – κατορθώνει να υποβάλλει το ιδιαίτερο φώς της Ελλάδας, όπως και τις αντανακλάσεις του μεσ’ από τη θάλασσα.

Στις σκηνές με αποσπάσματα από την καθημερινότητα μας εντυπωσιάζει η ευχέρεια της παράθεσης ή και της αντιπαράθεσης των επιμέρους εικόνων και η ευρηματικότητα των ανατρεπτικών για κάθε ορθόδοξη προσέγγιση λύσεων. Λύσεις οι οποίες απηχούν την ανορθόδοξη από μέρους του καλλιτέχνη διάθεση υιοθέτησης ενός προσωπικού υπερρεαλισμού, που μας επιφυλάσσει γόνιμες εκπλήξεις – εκπλήξεις που αφορούν στην ενορχήστρωση των απεικονιζόμενων ως προς την ταυτότητα, την κλίμακα, το συσχετισμό με τα προσκείμενα και την επιλογή της παλέτας.

Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι σε κάθε περίπτωση, καθένα από τα έργα του Σπυρόπουλου – οποιαδήποτε κι αν είναι η περίοδος κατά την οποία φιλοτεχνήθηκαν – προκαλούν στο θεατή ανθεκτικές στο χρόνο εντυπώσεις και, κυρίως τον ενθαρρύνουν να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα και να ενεργοποιήσει τη φαντασία του σε νέες και συνάμα πολυσήμαντες ατραπούς.



ΝΤΟΡΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ-ΡΟΓΚΑΝ
Δρ. Ιστορικός Τέχνης – Τεχνοκριτικός
«Επίκαιρα», 81ο τεύχος, 2011

Με αφορμή την ζωγραφική του Κώστα Σπυρόπουλου

Εν αρχή ην το μικρό σπίτι των παιδικών μας χρόνων, ορφανό μέσα στην εξοχή. Πλάι στην θάλασσα είναι, κάτω από τα κίτρινα βουνά του καλοκαιριού. Πάνω από την στέγη του πετούν χαρταετοί με φτεράκια σαν όνειρα που φρικιούν και ζητούν να χαθούν στο άπειρο του ουρανού. Αόρατος σπάγκος όμως τους κρατά κοντά μας δεμένους στην γη να αλυχτούν με ακραίους ελιγμούς κι επικίνδυνες βουτιές μες στους αιθέρες για μιαν ελευθερία που ποτέ δεν θα αποκτήσουν. Τα παράθυρα κλειστά στο μικρό μας σπίτι και το μικρό δενδράκι μπροστά του σκονισμένο από την ξηρασία. Μέσα στους τέσσερις τοίχους του σφραγίστηκε μια ευτυχία που έγινε το πρώτο υφάδι της μνήμης και των πράξεών μας. Μια ευτυχία που μας κρατάει ακόμα ζωντανούς. Ένας ρυθμός ζωής και μια αρμονία που ταιριάζει απόλυτα με την φύση των θνητών που είμαστε. Αγαπημένες στιγμές και ήχοι σιωπής που άφηναν ελεύθερη την παιδική φαντασία να παίξει και να γευτεί τα χρώματα του τοπίου. Κι αυτό ήταν αρκετό. Αγαπημένες στιγμές, γεμάτες ασφάλεια και σιγουριά, τότε που οι αγαπημένοι μας γονείς ήτανε νέοι και μεγάλοι και φρόντιζαν τα καθημερινά με ηρεμία και γαλήνη. Μετά όμως τα χρόνια περάσανε και από μακριά άρχισε να ακούγεται ο θόρυβος της πόλης. Χωρίς να το καταλάβουμε είχαμε μεγαλώσει κι έπρεπε κι εμείς να πάρουμε μέρος στην αλλόκοτη ιστορία της καθημερινής δράσης… …Ωστόσο νομίζω ήρθε η ώρα να προσεγγίσουμε κάποιον επίλογο. Είναι μια εικόνα πληγή που έρχεται και επανέρχεται μέσα σε αυτήν την ζωγραφική. Δείχνει μια ρεματιά σε ένα νησί με ένα μικρό, λευκό εκκλησάκι. Γύρω του κάποιοι θάμνοι πράσινοι ανίκητοι από τον καύσωνα του ήλιου. Παραπέρα τα χρυσά χωραφάκια με τις πέτρινες μάντρες και μια σιωπή που μαλακώνει την καρδιά και τον νου με την οικειότητά της. Λείπει η δράση, λείπουν οι θόρυβοι, χωράει ο άνθρωπος με την ελευθερία του. Καμιά απειλή δεν φτερουγίζει στον ουρανό, γιατί κυριαρχεί η γη με τον μαγνητισμό της. Μικρές αποστάσεις, γνώριμες στα πέλματα των ανθρώπων, μικρές οι ανάγκες για να κρατάνε αναμμένο το φυτίλι της ζωής. Συνύπαρξη με το σύμπαν, χωρίς εξάρσεις. Γαλήνη, ελευθερία, πανελεύθερος χρόνος, ορατές οι εποχές μέσα στην πιο μεστή ώρα του καλοκαιριού. Ένας μικρός παράδεισος που κανείς δεν τον θέλει, ένας μικρός παράδεισος που όλοι τον ποθούν, γιατί έχει πλαστεί στα μέτρα τους. Δώρο του τόπου μας που έχει ζήσει όλες τις παραλλαγές κι έχει καταλήξει προ πολλού σε αυτό που θα βοηθούσε πραγματικά το αγαθό της ζωής. Αλλά ποτέ το πάθος δεν γίνεται μάθος. Ωστόσο το ένστικτό μας κρατάει σαν φυλακτό αυτό το μικρό εικόνισμα μέσα σε αυτήν την ξέφρενη δράση. Κι αυτό είναι μια μικρή ελπίδα που εξασφαλίζει κάποια συνέχεια στην ζωγραφική μας.

 Γ. Ν. ΜΑΝΙΩΤΗΣ
 Από τον κατάλογο της έκθεσης στο
Γενί-Τζαμί Θεσσαλονίκης Αθήνα 2006