16. 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση
Κώστας Σπυρόπουλος
Ο κ. Κώστας Σπυρόπουλος είναι Καθηγητής Ιατρικής του Πανεπιστηµίου Πατρών, ζωγράφος και Μέλος του Επιµελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Γεννήθηκε το 1952 µεγάλωσε στην Πάτρα. Από τα παιδικά του χρόνια έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αληθινή αγάπη για την ζωγραφική. Λόγω της πραγµατικά µεγάλης δεξιοτεχνίας που είχε στο σχέδιο από µαθητής του γυµνασίου, ο Καθηγητής των «καλλιτεχνικών» και αγιογράφος ∆ηµήτριος Ψαρρός των προσέλαβε βοηθό του στην αγιογράφηση του Ι.Ν. Παντοκράτορος, που βρίσκεται στην παλιά Πάτρα, κοντά στο Αρχαίο Ρωµαϊκό Ωδείο, στην περιοχή που βρίσκεται και η πατρική οικία του κ. Σπυρόπουλου. Από την ενασχόλησή του αυτή κατενόησε σε βάθος την Τεχνική της αυγοτέµπερας αλλά και την δοµή της Βυζαντινής αγιογραφίας, που σαν βάση της έχει τα ισχυρά περιγράµµατα που χαρακτηρίζουν τις παραστάσεις των µελανόµορφων και ερυθρόµορφων αγγείων της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης. Αργότερα γοητεύθηκε από τον κυβισµό και µελέτησε τα έργα των Ντελόνε, Γκλεζ, Φοκονιέ, Πικάσο κ.α. Η µελέτη του Ντε Κύρικο του «Έλληνα», τη ψυχή, αλλά, κατά τα κοιπά, Ιταλού ζωγράφου, τον εισήγαγε στον σουρεαλισµό. Ζωγράφισε σουρεαλιστικούς πίνακες, επηρεασµένος και από το έργο του Σαλβαντόρ Νταλί. Στα τέλη της δεκαετίας του 70 ασχολήθηκε µε την απόδοση του τοπίου της Ελληνικής υπαίθρου, χρησιµοποιώντας, ως πρότυπο και αναφορά, την Βυζαντινή αγιογραφία. Χρυσοί ουρανοί, η λιτότης των γραµµών και η φωτεινότης, που µόνο η αυγοτέµπερα µπορεί να αποδώσει, επικρατούν. Το απόσταγµα αυτής της δουλειάς εξετέθη το 1978 στην Γκαλερί Άστορ, στην οδό Καραγεώργη Σερβίας. Την Έκθεση προλόγισε ο, αργότερα ∆ιευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών και ήδη επίτιµος ∆ιευθυντής του, Καθηγητής κ. Στέλιος Λυδάκης, που – τότε – µόλις είχε επιστρέψει από το Μόναχο. Η Εθνική Πινακοθήκη, υπό τον τότε διευθυντή της, ∆ηµήτρη Παπαστάµο, ενέταξε δύο έργα αυτής της περιόδου στη συλλογή της. Επίσης ο αείµνηστος συλλέκτης και φίλος του ιδρυτού του Μουσείου µας, Λάµπρου Ευταξία, αλλά και του µουσείου µας, Ίων Βορρές απέκτησε δύο έργα, που εκτίθενται µονίµως στο οµώνυµο Μουσείο στην Παιανία.Το 1979, µαζί µε άλλους νέους ζωγράφους, όπως ο Παύλος Σάµιος, ο Μιχάλης Γεωργάς και ο Μάρκος Βενιός, που ασχολήθηκαν και αυτοί µε την απόδοση του Ελληνικού υπαίθριου χώρου, εξέθεσε έργα του σε οµαδική έκθεση στην γκαλερί «Υδροχόος». Ακολούθησαν και άλλες οµαδικές εκθέσεις. Το 1983 διοργανώθηκε στην Γκαλερί «Αντήνωρ» ατοµική έκθεση µε τίτλο «ο λυρισµός ως µέσο για την έκφραση του Ελληνικού χώρου».
Την έκθεση επιµελήθηκε και πάλι ο Καθηγητής κ. Στέλιος Λυδάκης, που µεταξύ άλλων έγραψε :
«Η εκφραστική διάθεση είναι µια φυσική δύναµη που δεν δαµάζεται µε τίποτα. Αντανακλά τον δυναµισµό της ψυχής που σπάει τους τύπους και τα καλούπια, προκειµένου να αποκτήσει οντότητα. Αυτό συµβαίνει όταν είναι φορείς του εκφραστικού αυτού δυναµισµού. Ο Κώστας Σπυρόπουλος µπήκε στο κύκλωµα της επιστήµης, σ’ ένα χώρο που κυριαρχεί η γνώση, η εµπειρία, η µεθοδικότητα, η έρευνα, η παρατήρησή του ήταν όµως αδύνατον να περιοριστεί αποκλειστικά σ’ αυτή. Ανήκε στους τυχερούς και προνοµιούχους, σ’ αυτούς που έχουν το δικαίωµα να βρουν ένα τρόπο λύτρωσης πέρα από την λογική και την επιστήµη, που είναι βασικά άσχετες µε την λύτρωση. Ακολουθώντας την επιταγή της ψυχής του βρέθηκε καταµεσής του απέραντου κήπου της φαντασίας, του κήπου που δεν περιορίζεται από τείχη ή φράχτες, που δεν έχει αρχή και τέλος και που οι περιπλανήσεις σ’ αυτόν είναι πραγµατικές περιπέτειες στο άγνωστο. Η τέχνη κέρδισε τον Σπυρόπουλο χωρίς να τον χάσει η επιστήµη. Η στροφή προς το ελληνικό τοπίο τον φέρνει αντιµέτωπο µε παλιά γνωστά προβλήµατα που απασχόλησαν πολύ έντονα τους περιηγητές του περασµένου αιώνα. Ο Σπυρόπουλος σε αντίθεση µε τον Κώστα Μαλέα, όπως και ο Μάρκος Βένιος και ο Μιχάλης Γεωργάς προτιµά την λυρική µετουσίωση και την ηρεµία της χρωµατικής γκάµας. Ο Κώστας Σπυρόπουλος είναι λυρικός καλλιτέχνης. ∆εν δραµατοποιεί το χρώµα, το απαλαίνει προσδίδοντάς του µεγάλη γλυκύτητα. Αντίθετα ο Νικόλαος Λύτρας, ο επιφανέστερος των Ελλήνων τοπιογράφων, πλησιάζει το τοπίο αποξενώνοντάς το µε την εξπρεσιονιστική έµφαση του χρώµατος».
Το 1984 µέχρι το 1986 στο Heron Art Institute της Ινδιανάπολης των Η.Π.Α. κάνει µαθήµατα σχεδίου και χρώµατος µε καθηγητή τον Richard Pererson, που εντάσσεται στο κίνηµα της Αµερικανικής Pop – Art. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, µετείχε σε πολλές οµαδικές εκθέσεις. Το 1986 έκανε ατοµική έκθεση στην γκαλερί «Ζυγός». Το 1990, επεσκέφθη το Λονδίνο για ένα χρόνο. Στην Νational και την Tate Gallery αντέγραψε Μιχαήλ Άγγελο, Ραφαήλ, Βαν Γκογκ, Μιρό, Σεζάν, Πικάσο. Μετά την επιστροφή του αυτή, το τοπίο της ελληνικής υπαίθρου κερδίζει το ενδιαφέρον του. Ο αστικός χώρος και οι άνθρωποι που κινούνται σ’ αυτόν αποτελούν αντικείµενο της δουλειάς του. Οι ποδοσφαιριστές, το άλλοθι µιας καταπιεστικής κοινωνίας, αρχίζουν να εµφανίζονται και να κινούνται ανάµεσα στα ψυχρά και θερµά χρώµατα του υποθετικού αστικού ιστού. Γι’ αυτήν την περίοδο ο ζωγράφος αναφέρει :
«Ζωγραφίζω ανθρώπους, γυμνές γυναίκες αλλά και ποδοσφαιριστές, θέματα που συγκινούν τους περισσότερους. Τα παραθέτω με κοινά καθημερινά αντικείμενα. Σκέφτομαι ότι όλα αυτά προέρχονται από δομικά στοιχεία που υπάρχουν στη Γη, είναι όλα γήινα. Χρησιμοποιώ εικόνες από διαφημίσεις ειδών μαζικής κατανάλωσης και τις παραθέτω με ειδυλλιακά τοπία. Δημιουργώ εικόνες από εικόνες που είναι κατανοητές από τους περισσότερους κι έτσι αποκηρύσσω τον ελιτισμό της αφηρημένης Τέχνης που απαιτεί την ύπαρξη εκπαιδευμένου κοινού για την ανάγνωσή της. Μ’ αυτή την προσέγγιση πιστεύω ότι τα πράγματα μιλούν από μόνα τους, γιατί αποτελούν μέρος μιας πραγματικά απελευθερωμένης ζωγραφικής. Όντως η ζωγραφική θα πρέπει να εμπεριέχει απλότητα και αμεσότητα και να είναι παιδευτική για τους πολλούς. Το οποιοδήποτε αντικείμενο απεικονίζεται μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης ή συναισθηματικού παλμού».
Το 2000 λειτουργεί για πρώτη χρονιά η Σχολή Πλαστικών Τεχνών και Επιστηµών της Τέχνης στο Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων. Ο κ. Σπυρόπουλος εκλέγεται Καθηγητής µε γνωστικό αντικείµενο την «Εικαστική Ανατοµία». Στη θέση αυτή ευρέθη µέχρι το 2008. Εν τω µεταξύ, το 2003 διοργανώθηκε ατοµική του έκθεση στον «Ζυγό», που επιµελήθηκε ο Ακαδηµαϊκός και καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης Χρύσανθος Χρήστου, φίλος και εκείνος του Μουσείου µας, που µεταξύ άλλων έγραψε:
«… Για κάθε μελετητή της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Σπυρόπουλου, ό,τι κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι οι εξαιρετικές δυνατότητες στην αξιοποίηση των εκφραστικών μέσων και δυνατοτήτων του χρώματος όσο και στην χρησιμοποίηση των σχεδιαστικών τύπων. Εξαιρετικός σχεδιαστής αλλά και κάτοχος της δύναμης υποβολής του χρώματος, επιχειρεί και κατορθώνει να δώσει εξαιρετικά για τις εκφραστικές του προεκτάσεις σύνολα…».
Το 2004, επ’ ευκαιρία των Ολυµπιακών Αγώνων των Αθηνών, έλαβε µέρος στην οµαδική έκθεση µε τίτλο: «Απόψεις της Αθήνας από σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους», που διοργάνωσε τότε το Μουσείο µας, ένα από τα Ολυµπιακά Μουσεία του 2004. Την έκθεση επεµελήθη ο ∆ιευθυντής, τότε, του Μουσείου µας, Καθηγητής κ. Στέλιος Λυδάκης, που έγραφε τα εξής στον κατάλογο της εκθέσεως:
«Τα δύο έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση προέρχονται από την σειρά Αθλητές στην πόλη, που εκτέθηκαν στη Γκαλερί «Ζυγός το 2003». Σ’ αυτά διασπάται η εικόνα από παρεμβολές που μπορεί να συμπληρώνουν ή να σχετίζονται απλώς με το βασικό θέμα. Οι Αθλητές στην πόλη αντιπαρατίθενται σε ένα περιβάλλον ασφυκτικό. Στο στυλ αξιοποιούνται δεδομένα μοντέρνας και κυρίως σουρεαλιστικής αντίληψης. Συνεκθέτουν και ο Αχιλλέας Δρούγκας, Σαράντης Καραβούζης, Κώστας Μαλάμος, Κώστας Πανιάρας, Παναγιώτης Τέτσης κ.α.».
Ακολουθούν οµαδικές εκθέσεις στην Αθήνα, Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη, στις οποίες µετείχε ο κ. Σπυρόπουλος.Το 2005, στο Ίδρυµα «Μελίνα», στο παλιό πιλοποιείο, εξέθεσε τα έργα του µε τίτλο «Τα ιπτάµενα ποδήλατα της Ίριδας». Ο συγγραφέας Γιώργος Μανιώτης προλόγισε την έκθεση, γράφοντας µεταξύ άλλων :
«… μέσα στην απελπισία μας και την μονοχρωμία του κίτρινου παίρνουμε θάρρος και με φαρδιές πινελιές ανακαλούμε πίσω το βαθύ γαλάζιο των παιδικών μας χρόνων. Πηκτή μπογιά σκεπάζει αυτά που μας τυραννούν κι όλα γίνονται βαθιά θάλασσα και νύχτα καλοκαιριού, την γεμίζουμε με ποδήλατα που προσπαθούν να αναληφθούν και να φύγουν μακριά…»
Σε έκθεση στην γκαλερί «ΟΜΜΑ», στις ΗΠΑ, µε την Lina Golan, καλλιτέχνη του κινήµατος της Pop – Art, που εντάσσεται και ο κ. Σπυρόπουλος. Ο κριτικός τέχνης Josef Woodard, που επιµελήθηκε της εκθέσεως σηµείωνε:
«τα ιπτάμενα ποδήλατα που χρησιμοποιεί ως δομικό υλικό των κατασκευών του, σηματοδοτούν την ανάγκη για καθημερινή υπέρβαση της πραγματικότητας που πολλές φορές συνθλίβει και αλλοτριώνει».
Συµµετείχε σε διεθνείς εκθέσεις στην Κωνσταντινούπολη (Art – Fair 2005) και τα Χανιά (3ο ∆ιεθνές φεστιβάλ Τέχνης). προσκεκληµένος από το πολιτιστικό τµήµα του ∆ήµου Θεσσαλονίκης εξέθεσε το 2006 στο «Γενί Τζαµί». Την ίδια χρονιά, συµµετείχε στην 5η ∆ιεθνή Μπιενάλε Σχεδίου, στο Pilsen της Τσεχίας, αλλά και στην Intersalon AJV 2006 της Πράγας. Από την Γκαλερί «Mentana» παρουσιάσθηκε στην 1η διεθνή έκθεση σύγχρονης τέχνης στη Φλωρεντία µαζί µε τους ιταλούς ζωγράφους, Emilio Tadinim, Corlo de Martino, Alfredo, Arduini, Alberto Sugh και Βernaki. Έλαβε, επίσης µέρος στο 4ο ∆ιεθνές Φεστιβάλ Σύγχρονης Τέχνης που πραγµατοποιήθηκε στα Χανιά (2007) και στο οποίο συµµετέχουν ζωγράφοι από την Ευρώπη για την αλληλοκατανόηση των λαών και των διαφορετικών πολιτισµών, όπως αναφέρεται στο εισαγωγικό σηµείωµα του καταλόγου.Το φθινόπωρο του 2007, τα Ελληνικά Ταχυδροµεία (ΕΛΤΑ), τιµώντας την προσφορά του, προτείνουν να τυπώσουν τα έργα του σε γραµµατόσηµα. Εκδόθηκε συλλεκτικό λεύκωµα, που περιέχει σαράντα οκτώ (48) γραµµατόσηµα. Σε κάθε γραµµατόσηµο απεικονίζεται ολόκληρο ή µέρος έργων του που περιέχονται στο λεύκωµα. Η παρουσίαση έλαβε χώρα στις 15 Ιανουαρίου 2007 στο αµφιθέατρο «Αντώνης Τρίτσης» του Πνευµατικού Κέντρου ∆ήµου Αθηναίων. Το λεύκωµα έχει τίτλο «Οι περιπέτειες της οµορφιάς: µια αυτοαναφορά».
Η παρουσίαση έγινε από τον Γενικό ∆ιευθυντή των ΕΛΤΑ, κ. Βασίλειο Λούκα. Αναφορά και ανάλυση του έργου έκανε η Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστηµίου Αθηνών, κ. Αθηνά Σχινά. Τον Ιούνιο και τον ∆εκέµβριο του 2007, τον Ιούνιο, Σεπτέµβριο, ∆εκέµβριο του 2008 και τον ∆εκέµβριο του 2009 η Γκαλερί «Mentana» τον παρουσιάζει σε οµαδικές εκθέσεις µε άλλους ζωγράφους όπως η Clara Polvani, Angelo de Fransisco κ.α. Επίσης τον παρουσίασε στην διεθνή έκθεση σύγχρονης Τέχνης, που πραγµατοποιήθηκε στο Insbruck της Αυστρίας τον Φεβρουάριο του 2009. Τον ∆εκέµβριο του 2009 έλαβε µέρος στην Πανελλήνια Έκθεση των Μελών του Επιµελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, µε θέµα «η ανθρώπινη µορφή στην Τέχνη». Τον Οκτώβριο του 2009 πραγµατοποίησε ατοµική έκθεση ζωγραφικής στο San Marino, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισµού. Τον Σεπτέµβριο του 2009 παρουσιάσθηκε στην διεθνή έκθεση Σύγχρονης Τέχνης, στην Κωνσταντινούπολη. Το 2010 η Αθηναϊκή Γκαλερί Περί Τεχνών τον παρουσιάζει στην ∆ιεθνή Έκθεση Σύγχρονης Τέχνης Art Αθήνα 2010. Επίσης την ίδια χρονιά έλαβε µέρος στην πρώτη Μπιενάλε του Azolo της Ιταλίας και έλαβε τιµητική διάκριση…
Αντώνιος Γ. Βογιατζής
16 ∆εκεµβρίου 2015
∆εν µε ενδιαφέρουν, γιατί δεν υπάρχουν, οι ηρωικές πράξεις και οι ήρωες. Πολλά, µορφές και γεγονότα, είναι αµφιλεγόµενα στο διάβα αυτών των αιώνων. ∆εν θέλω να ασχοληθώ µε την ιστοριογραφία, µ’ αυτό που όλοι ξέρουν, γιατί το διδάχθηκαν στο σχολείο. Ασχολούµαι µε αυτό που δεν ξέρουν ότι γνωρίζουν. Μ’ αυτό που είναι κρυµµένο στις σκοτεινές γωνιές της ιστορίας και µπορεί να είναι κρυµµένο, γιατί η συµπυκνωµένη µνήµη, σε σχέση µε την ολική γνώση, µοιάζει µε την σταγόνα που πέφτει στον ωκεανό. Με ενδιαφέρει να αναδείξω την πολυχρωµία την πολυσχηµατικότητα και τις άπειρες οπτικές που οι µικροί καθηµερινοί ήρωες, οι φτωχοί ανώνυµοι, βλέπουν και ερµηνεύουν τα πράγµατα. Αυτοί που µε διαφορετικό ρούχο, ίδιοι µε τον εαυτό τους, αλλά και διαφορετικοί, κατοικούν τις εποχές και τα χρόνια υφαίνοντας το δίχτυ που ονοµάζουµε λαϊκή µνήµη. Όµως γνωρίζω ότι οτιδήποτε κινεί την µοίρα τους βρίσκεται πίσω από την σκηνή της ιστορίας, στο παρασκήνιο, που παραµένει σταθερό και αναλλοίωτο και οδηγεί στην αποστασιοποίηση από το µεγαλείο της Αρχαίας Ελλάδας και µε τελετουργική ακρίβεια επαναλαµβάνεται. Γιατί προσπάθησαν µε τον Κοραϊσµό, ως εθνική ιδεολογία, και τον µεταπρατισµό ως βιοπρακτική, να πετύχουν την µετάσταση από τον κοινωνικοκεντρικό τρόπο της παράδοσής τους στην ατοµοκεντρική χρησιµοθηρία του δυτικού µοντέλου. ∆εν κατάφεραν την µετεξέλιξη, µε αποτέλεσµα να µην είναι σήµερα ούτε Ευρωπαίοι ούτε Έλληνες. Ο µύθος µόνον, η υπόθεση, συνδέει την Ελλάδα µε την Ευρώπη.
Οι ήρωες µπορεί να έχουν ή να µην έχουν ένα συγκεκριµένο όνοµα, ίσως να µην χρειάζεται, όλοι εξετέθησαν στο πρόσωπο της υπερκατανάλωσης και παρά το γεγονός ότι έρχονται από µεγαλειώδες µυθικό παρελθόν, προσγειώνονται στο ιστορικό παρόν και πηγαίνουν στο µεταφυσικό µέλλον. Γίνονται εξόριστοι του χρόνου, γιατί η ενεργός µετοχή του Ελληνισµού στην Ιστορία, ενδέχεται να αναβιώσει κάποτε από Ταϊβανέζους ή Κινέζους ή Βιετναµέζους, δεν υπάρχει κάποιος εθνικός ή φυλετικός αποκλεισµός. Αν έχω τη δυνατότητα, µε το έργο µου, να µεταµορφώσω την πραγµατικότητα σε ποίηση, θα πω ότι το κριτήριο όποιας αναβίωσης του Ελληνικού τρόπου θα είναι η εµµονή σ’ αυτόν. Να µην επαναληφθεί δηλαδή η αλλοτρίωση, όπως την γνώρισε η Ιστορία, στην περίπτωση της µεσαιωνικής και νεωτερικής ∆ύσης.
Το έργο µου θέλω να είναι µια διαρκής υπόµνηση, ότι τίποτα δεν έρχεται όπως το περιµένουµε. Για να επηρεάσουµε την ροή των γεγονότων χρειάζεται όραµα, συνέπεια, συνεχόµενη προσπάθεια και ηθική διαχείριση των γεγονότων, των µύθων και των παραδόσεων. Τεντωµένο σχοινί η Ελλάδα, ανάµεσα Ανατολή και ∆ύση, καταµεσής η άβυσσος.
Κ.Β. Σπυρόπουλος
«Ένας από τους συντελεστές του θιάσου»
Η ιδιόσημη ζωγραφική του Κώστα Σπυρόπουλου
Η ζωγραφική του Κώστα Σπυρόπουλου είναι πρωτίστως χρώµα και σχήµα, ένας διαρκής πειραµατισµός µε τη σύνθεσή τους στη ζωγραφική επιφάνεια µε µία σταθερή, εµµονική σχεδόν, µοτιβική επεξεργασία. Αντλεί το εικονογραφικό του υλικό από ένα µεγάλο εύρος πολιτισµικών συµβόλων και αναπαραστάσεων εντάσσοντάς το µε τη σχηµατοποίηση, τα έντονα περιγράµµατα και τα πλακάτα χρώµατα στην Pop Art, ενώ ταυτόχρονα συνοµιλεί µε τη Ζωγραφική των Χρωµατικών Πεδίων µέσα σε ένα µεταµοντέρνο διακαλλιτεχνικό σχήµα που δηµιουργεί πίνακες µέσα στον πίνακα. Συνθέτει σύγχρονες αλληγορίες αποσπώντας το υπαρκτό στοιχείο από το περιβάλλον του και µέσω της σχηµατοποίησης το µεταµορφώνει σε σύµβολο ανασυντάσσοντάς το σε ένα προσωπικό συνειρµικό σύµπαν.
Ο τύπος της γυναίκας-λουόµενης ή της σύγχρονης µεσήλικα αστής επανέρχεται ως σταθερός άξονας και σηµείο αναφοράς στα έργα του και προσδιορίζει τη θέση και τη σηµασία των άλλων αντικειµένων. Η γυναίκα στο σύµπαν των εικόνων του λειτουργεί ταυτόχρονα ως καταλύτης αλλά και ως παρατηρητής των συµβάντων, είτε αυτά αφορούν σε µεγάλα υπαρξιακά ζητήµατα, όπως η σχέση τέχνης και επιστήµης ή το δίπολο θρησκείαεπιστήµη, είτε αφορούν σε πιο καθηµερινά και τετριµµένα, όπως ένα ποδοσφαιρικό στιγµιότυπο. Ακόµη όµως και στα τελευταία, µε την τοποθέτησή τους στο κέντρο του πίνακα και την απόδοση εξέχουσας σηµασίας από τον καλλιτέχνη, διαπιστώνει κανείς έναν υφέρποντα ειρωνικό σχολιασµό της νοηµατοδότησης των πραγµάτων στη σύγχρονη ζωή.
Η ανδρική παρουσία είναι δευτερεύουσα και εµφανίζεται ως σύντροφος ή ως συνοδοιπόρος στην καθηµερινή περιδιάβαση της ζωής. Άλλοτε συγχωνεύεται σε έναν σφιχτό πυρηνικό εναγκαλισµό µε το γυναικείο σώµα, όπως στο έργο Βροχή στην πόλη (Rain in the city), και άλλοτε τοποθετείται παράµερα και στο βάθος, απορροφηµένη µέσα σε κάποιο στοιχείο εντός της ζωγραφικής αφήγησης, όπως στο έργο Μη αναδυόµενη. Στο έργο αυτό, µέσω της αντίθεσης στην αναπαράσταση των δύο φύλων, προκύπτει πιο εµφατικά ο ρόλος που αποδίδεται στη γυναίκα ως ενεργοποιηµένη ύπαρξη. Στην αριστερή πλευρά του έργου και σε πρώτο πλάνο η γυναικεία µορφή στρέφει το σώµα της και κοιτάει προς τον θεατή – χωρίς ωστόσο να γνωρίζουµε αν βλέπει, αφού το βλέµµα της κρύβεται πίσω από τα γυαλιά ηλίου- ενώ η ανδρική µορφή κρυµµένη στα βαριά της ρούχα διαβάζει µέσα από τα γυαλιά ηλίου µία φυλλάδα, αγνοώντας τόσο την ύπαρξη των θεατών όσο και τα τεκταινόµενα του πίνακα. Γυναίκες διαβαίνουν αδιάφορα, κινούµενες σε διαφορετικές κατευθύνσεις, µετέωρες µέσα στον ακαθόριστο χώρο του ζωγραφικού πεδίου και αποκοµµένες από το αστικό συµφραζόµενο, ενώ στο κέντρο η θεά Αφροδίτη µάταια αναδύεται αφού κανείς δεν την προσέχει.
Η προσπάθεια για επικοινωνία στα έργα του Κώστα Σπυρόπουλου είναι διαρκής αλλά µαταιώνεται, τα βλέµµατα είναι πάντα κρυµµένα και τα σώµατα σπανίως συναντώνται. Είναι ενδεικτικό ότι τα µάτια, το κύριο µέσο ανθρώπινης επικοινωνίας, όταν δεν είναι κλειστά βρίσκονται πίσω από σκούρα γυαλιά ηλίου. Σε δύο περιπτώσεις αποκαλύπτονται τα µάτια: η πρώτη είναι η ζωγραφισµένη σε ποικίλες παραλλαγές προτοµή του Κολοκοτρώνη, τονίζοντας έτσι το οξύµωρο των συµβόλων που διατηρούνται ζωντανά µέσα από νεκρά σχήµατα, όπως τα αγάλµατα, µε τη µηχανική επανάληψή τους και, εν τέλει, την κατασκευή του νοήµατός τους. Η δεύτερη αφορά στον χειρισµό των µατιών στο έργο Αναδυόµενη Αφροδίτη και COVID 19 στο οποίο τα µάτια γίνονται κεντρικό στοιχείο της σύνθεσης, υπενθυµίζοντάς µας την εµπειρία της χρήσης της µάσκας, που αφήνει ακάλυπτο µόνο το βλέµµα. Εδώ το βλέµµα είναι διαφοροποιηµένο στα δύο µάτια, µελαγχολικό και άδειο από τη µία αλλά ζωντανό και αποφασιστικό από την άλλη, εκφράζοντας ίσως τις ποικίλες ψυχικές µεταπτώσεις που προκαλεί µία τέτοια κρίση. Το έργο χωρίζεται µε έναν οριζόντιο άξονα στη µέση, ενδεχοµένως σηµατοδοτώντας την κανονικότητα προ COVID 19 και την τωρινή πραγµατικότητα. Συνολικά, µέσα από την ιδιόσηµη ζωγραφική του, ο Κώστας Σπυρόπουλος αναδεικνύει το πολύπτυχο δράµα της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως εκτυλίσσεται στον σύγχρονο κόσµο, το οποίο, ωστόσο, σηµειακά υπερβαίνεται στις στιγµές οικογενειακής ή ερωτικής ευτυχίας.
Επιπλέον, ο καλλιτέχνης µας υπενθυµίζει διαρκώς ότι η τέχνη είναι ποίηση, αέναη ανακατασκευή και επανοηµατοδότηση του κόσµου και ότι η πολιτισµική αξία είναι διαπραγµατεύσιµη. Στο έργο Πολιτισµός τα επιλεγµένα στοιχεία, όπως είναι το καράβι, ο ήλιος, το άγαλµα, η γεωµετρία, ο τύπος της Αναδυόµενης Αφροδίτης, συγκροτούν επικριτικά ένα στερεοτυπικό σύµπαν συµβόλων και εικόνων, που αποκοµµένα και αποµονωµένα από το ιστορικό πλαίσιο και τις κοινωνικές συνθήκες στερούνται του ιστορικού τους νοήµατος συνθέτοντας την εικόνα µίας Ελλάδας όπου ο πολιτισµός εξαργυρώνεται µε το νόµισµα του τουρισµού, τροφοδοτώντας ένα υδροκέφαλο φαντασιακό µε µία επιφανειακή προσέγγιση που αγνοεί ή αδιαφορεί επιδεικτικά για τη µοίρα του τόπου και των ανθρώπων του. Ο σωλήνας πετρελαίου που διαρρέει και διαταράσσει µε το µοναδικό οργανικό σχήµα της διαρροής την εντέχνως κατασκευασµένη γεωµετρική κανονικότητα της ελληνικής ιδέας επαναφέρει στην πραγµατικότητα τον θεατή. Την επαναφορά αυτή και τη διατάραξη της στερεοτυπικής προσδοκίας µέσα από το φαινοµενικά ασύµπτωτο που συνεκδοχικά δηµιουργεί µικροαφηγήσεις αξιοποιεί ως σχήµα και σε άλλα έργα, όπως στον κάνναβο µε τις προτοµές του Κολοκοτρώνη µε φόντο την ελληνική σηµαία. Στην κεντρική θέση τοποθετεί ένα γαλανόλευκο ποτήρι µε καλαµάκι σε ουδέτερο φόντο (παραπέµποντας ίσως στον ελληνικό φραπέ;), αποδίδοντας ειδικό βάρος σε αυτό και υποσκελίζοντας το ιστορικό πρόσωπο. Ακόµη, η σηµαία αποδοµείται από τη γαλανόλευκη εκδοχή της σε διάφορες χρωµατικές παραλλαγές καταλήγοντας σε αυτό που πραγµατικά ήταν πριν λειτουργήσει η συµβολοποίησή της, δηλαδή ορθογώνια εναλλασσόµενα σχήµατα, παραπέµποντας διακειµενικά στoν Jasper Johns και τις Τρεις σηµαίες (1958)του, και θέτοντας έτσι εκ νέου το ερώτηµα «αυτό είναι σηµαία ή πίνακας;» δηλώνοντας τη διαρκή επαναδιατύπωση των πραγµάτων. To ίδιο συνεκδοχικό εύρηµα συναντά κανείς και στο έργο Globalization όπου η εικόνα του Εσταυρωµένου προβάλλεται πάνω στο περίγραµµα ενός µαχητικού αεροπλάνου µε φόντο την αµερικανική σηµαία και τα πακέτα βοήθειας που ρίχνει το αεροπλάνο, µία σύνθεση οπτικού υλικού από την Ανατολή και τη ∆ύση, µία διελκυστίνδα που φαίνεται να απασχολεί τον καλλιτέχνη ως προς τη συγκρότηση της ελληνικής ταυτότητας.
Αξιοσηµείωτο στοιχείο στην εικαστική γραφή του καλλιτέχνη είναι το non finito που συναντά κανείς σε ορισµένα έργα, όπως στο Ο καθρέφτης έχει δύο πρόσωπα (The mirror has two faces) και στο έργο H σχετικότητα της ύπαρξης. Η ίδια µορφή επαναλαµβάνεται στη µία εκδοχή της χρωµατισµένη και στην άλλη µόνο µε το περίγραµµα της. Εξαίρεση αποτελεί το χρυσό φωτοστέφανο της non finito µορφής που παραπέµπει στη βυζαντινή αγιογραφία, αναγνωρίσιµο και αυτό στοιχείο της ελληνικής ορθόδοξης παράδοσης, το οποίο στη χρωµατισµένη µορφή µεταµορφώνεται σε οµπρέλα, σύµβολο προστασίας από τις καιρικές και όποιες άλλες συνθήκες. Πάλι εδώ, και λόγω του τίτλου, ο καλλιτέχνης πραγµατεύεται κάτι που γίνεται κάτι άλλο από αυτό που είναι. Το αρχικό non finito σχήµα επιδέχεται πολλές παραλλαγές και εποµένως και ερµηνείες, ανάλογα µε τη ζωγραφική επεξεργασία και τα συµφραζόµενά του. Το πλαίσιο (το θεώρηµα της Σχετικότητας) διαµορφώνει τη συνθήκη ύπαρξης, αλλά ταυτόχρονα διαφοροποιείται εµφανώς από τις εξέχουσες µορφές ως δεδοµένα διαφορετικών κόσµων που δεν συνάδουν, δεν συγχρωτίζονται ούτε εναρµονίζονται, ωστόσο συνοµιλούν διαχρονικά προσφέροντας τη δυνατότητα κίνησης του ανθρώπου στη φυσική και µεταφυσική διάσταση των πραγµάτων. Παράλληλα, το non finito αποτελεί µία υπενθύµιση της ζωγραφικής-κατασκευαστικής υπόστασης του έργου, όπως αντίστοιχα και τα έντονα περιγράµµατα, η δηµιουργία αίσθησης cut-out µε τα λευκά περιγράµµατα, η σχηµατοποίηση και το στυλιζάρισµα, οι ιδιότυπες αντισυµβατικές σκιές, κ.ά. Ο Κώστας Σπυρόπουλος είναι ένας ποιητής των χρωµάτων και των σχηµάτων. Με την επιλεκτική αξιοποίηση ορισµένων οπτικών clichés προτείνει νέους τρόπους επεξεργασίας του εικονογραφικού υλικού και διαµορφώνει ένα σύγχρονο προσωπικό υπερρεαλιστικό pop ιδίωµα που συγκροτεί µέσω του χρώµατος, του σχήµατος, της κλίµακας, της διάταξης και της διακειµενικότητάς του ένα ειρωνικό παιχνίδι επανοηµατοδότησης κατορθώνοντας να προκαλέσει µέσα από την κοινοτοπία την έκπληξη.
Θέµις Βελένη ∆ρ Ιστορικός της Τέχνης (ΑΠΘ)
Ανεξάρτητη Επιµελήτρια Μεταδιδακτορική υπότροφος ΙΚΥ (ΑΠΘ)
∆ιδάσκουσα στο ∆ιεθνές Πανεπιστήµιο της Ελλάδος,
στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήµιο και στο Πανεπιστήµιο της Γρανάδας
Ταξιδεύοντας στην έκθεση τού Κώστα Σπυρόπουλου µε τον συµβολικό τίτλο «Θίασος», που επεκτείνεται σε δύο ορόφους τού φιλόξενου και πρωτοπόρου Ιδρύµατος Κακογιάννη, µαθαίνουµε να βλέπουµε την ασπρόµαυρη πραγµατικότητα µε ευτοπικά φίλτρα ευφροσύνου πολυχρωµίας.
Χάρη στην Γνώση, το µεράκι, το ταλέντο και τις ηγετικές ικανότητες της Ξένιας Καλδάρα η εν λόγω έκθεση µετατρέπεται πέρα κι από το απλό κοσµικό γεγονός σε γιορτή συλλεκτών, σε πολιτιστικό γεγονός διεθνούς βεληνεκούς, σε πανδαισία χρωµάτων, σχηµάτων, αισθηµάτων και ήχων, που τους προσθέτουν οι θεατές µε τα επιφωνήµατα θαυµασµού τους.
Έντονο το δραµατικό στοιχείο τής µαταιωµένης επιθυµίας, στο θεαµατολογικό επίπεδο. Στο µορφοσυντακτικό, βουλιάζουµε µέσα σε εικαστικά leit-motiv που οδηγούν σε µια υπέρ-σύνθεση, σε ένα διακείµενο εξωπραγµατικό, αυτόχρηµα ποιητικό, αναδηµιουργικό τού Σύµπαντος Κόσµου, που δεν αποδοµείται αλλά ανατροφοδοτείται µε διάχρωµες αποδράσεις στο Αόρατο.
Αυτά τα δισδιάστατα µοτίβα µορφών που δεν κοιτάζονται, αλλά στρέφουν την πλάτη τους στο Επιστητό κατά τρία τέταρτα, παίρνουν άλλες πολυδιαστασιακές προεκτάσεις, πέρα πολύ από τον εικαστικό χωροχρόνο, βυθίζονται στην πέµπτη διάσταση των καθαρών επιθυµιών, στην έκτη διάσταση των καθαρών ιδεών, στην έβδοµη διάσταση τής σοφίας…
Ανάλογα µε το πού θα εστιάσεις πάνω στην ζωγραφισµένη επιφάνεια βλέπεις και άλλον πίνακα, χαρούµενο, εορταστικό, λαµπρό… Ο µυηµένος θεατής παρακολουθεί µια ανά-παράσταση σε στάσιµα, συνταράσσεται από τον εσωτερικό ρυθµό του καλλιτέχνη που συνδυάζει την Ιατρική µε τις Καλές Τέχνες.
Ο Καθηγητής Πνευµονολογίας αλλά και Εικαστικής Ανατοµίας καινοτοµεί γιατί δεν προσπαθεί να αναπαραστήσει καµία πραγµατικότητα, µήτε καν την εσωτερική του. Ποιεί σύµβολα και ως ίχνη της ∆ιανόησης στον καµβά µπορούν να εκληφθούν αυτά τα πορτραίτα οµοτίµων ηρώων και αγίων στην µακρά εξελικτική πορεία τού ανθρωπίνου είδους.
Οι παραποµπές στους προγενέστερους είναι πασιφανείς και καλοχωνεµένες, αδιάφορες εν τέλει, αφού το συγκεκριµένο αποτέλεσµα είναι εµφανές και φέρει το διακριτό ύφος τού πρωτότυπου ιατροφιλοσόφου, καλλιτέχνη και ποιητή της ευρύθµου Αρµονίας Κώστα Σπυρόπουλου. Ανά-καλύψτε το έργο του µε τα σώµατά σας.
∆ρ Κωνσταντίνος Μπούρας, Επισκέπτης
Καθηγητής Θεατρικής Κριτικής στο ΕΚΠΑ